ΕΡΩΤΗΣΗ
Kαλησπέρα σας.
Από την ανάγνωση του άρθρου του Γ. Καραλή στον Ορθόδοξο Τύπο της 10 Φεβρουαρίου μας δημιουργήθηκαν δύο απορίες, τις οποίες σας υποβάλλουμε, διότι νομίζουμε ότι δεν είναι μόνο δική μας η δυσκολία της ακριβούς κατανόησης του άρθρου, το οποίο θεωρούμε σημαντικό και για τον λόγο αυτό θα ήταν χρήσιμο να μας δοθούν περισσότερες διευκρινίσεις. Οι απορίες είναι οι εξής:
Στο εν λόγω άρθρο αναφέρεται ότι «είδαμε ότι τα πρόσωπα ορίζονται από τους Καππαδόκες ως διακρίσεις ακοινώνητες…». Από την άλλη ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός αναφέρει ότι «χρη δε γινώσκειν ως οι άγιοι πατέρες υπόστασιν και πρόσωπον και άτομον το αυτό εκάλεσαν, το καθ’ εαυτό ιδιοσυστάτως εξ ουσίας και συμβεβηκότων υφιστάμενον» (Στα Διαλεκτικά, κζ). Αν ερμηνεύουμε σωστά το άνω παράθεμα, αυτό σημαίνει ότι το πρόσωπο συντίθεται από το «κοινόν» (δηλαδή την κοινή ουσία) μετά του «ιδιάζοντος» (δηλαδή τα υποστατικά ιδιώματα ή τα «συμβεβηκότα»). Δηλαδή, το πρόσωπον δεν ορίζεται μόνο με τα ιδιώματά του (ή τις «ακοινώνητες διακρίσεις» κατά την ορολογία του άρθρου), αλλά συμπεριλαμβάνει και την ουσία, την οποία «υποστασιάζει» μαζί με τα ιδιώματα. Γιατί λοιπόν ο συγγραφέας του άρθρου ορίζει το πρόσωπο αποκλειστικά με τα υποστατικά του ιδιώματα; Αν ταυτίσουμε το πρόσωπο αποκλειστικά με τα ιδιώματά του, τί γίνεται με το ομοούσιον;
Η άλλη απορία αφορά στις διατυπώσεις ότι «η κάθε ατομική αυτοσυνειδησία στηρίζεται σε φαντασιώδεις εικόνες..» και «δεν υπάρχει κανένα εγώ και κανένα εσύ που διαλέγονται και αγαπούν το ένα το άλλο…», διατυπώσεις που ο συγγραφέας, αν δεν τον παρερμηνεύουμε, εφαρμόζει και επί του Θεού. Από την άλλη ο π.Σωφρόνιος του Έσσεξ στο άρθρο του με τίτλο «Η ενότης της Εκκλησίας ως εικόνα της Αγίας Τριάδος» αναφέρει: «είναι απρόσιτον εις την σκέψιν ημών Ον, εν τω οποίω διακρίνομεν ολόκληρον σειράν πράξεων, ως επί παραδείγματι την γέννησιν του Υιού, την εκπόρευσιν του Αγίου Πνεύματος, πράξεις αυτοπροσδιορισμού και αυτογνωσίας, και το οποίον να είναι συνάμα Ον απολύτως απλούν, έξω πάσης διαδικασίας και πάσης εκτάσεως». Από το πυκνό και ιδιαιτέρως δυσνόητο αυτό παράθεμα δεν προκύπτει, πάντως, ότι στον Θεό υπάρχει εξ αρχής πλήρης αυτογνωσία (ή αυτοσυνειδησία); Ακόμη, η προσευχή του Χριστού στη Γεθσημανή δεν είναι διάλογος (ή σχέση) ανάμεσα σε ένα «εγώ» και ένα «εσύ» που αγαπούν το ένα το άλλο; Με ποια έννοια ακριβώς ισχυρίζεται ο συγγραφέας ότι «πώς είναι δυνατόν και ο ίδιος ο Θεός να μην είναι μια αναγκαία αυταπάτη, αν επιμένουμε να τον φανταζόμαστε σαν τρεις ατομικές αυτοσυνειδησίες;». Δηλαδή, κατά την άποψή του, δεν υπάρχει περίπτωση να εννοηθούν οι όροι «αυτοσυνειδησία», «αυτογνωσία» και «σχέση» θεοπρεπώς και όχι ανθρωποπαθώς;
Με εκτίμηση, Κώστας Βούλγαρης Βύρωνας
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Κατ᾽αρχάς θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κύριον Κωσταντίνο Βούλγαρη για τις ερωτήσεις του, γιατί μου επιτρέπουν να εξηγήσω καλύτερα την θεολογία των πατέρων. Είναι δυστυχώς πολύς καιρός που επιχειρείται μια προσπάθεια αλλοίωσης της πατερικής θεολογίας. Όλη αυτή η προσπάθεια έφερε μια σύγχυση στον θεολογικό χώρο, συγχυση μεταξύ ουσίας και ιδιωμάτων, ουσίας και ενεργειών, φύσεως και προσώπου, σύγχυση που, όπως ομολογούν οι πατέρες της εκκλησίας, ήταν το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των αιρετικών του παρελθόντος.
Επειδή οι ερωτήσεις διατυπώθηκαν από τον κύριον Βούλγαρη μετά από το πρώτο μου άρθρο “κολοσσιαία προπαγάνδα επιβολής πρωτείου», χωρίς να διαβαστεί το επόμενο άθρο που ήταν πιο επεξηγηματικό “πρόσωπον και φύσις κατά τους πατέρες και «μεταπατερικούς» θεολόγους,» πιστεύω ότι οι απορίες του ήδη έχουν απαντηθεί, γι᾽αυτόν ακριβώς τον λόγον θα περιοριστώ μόνο σε λίγες διατυπώσεις. Αν θα χρειστεί περαιτέρω διευκρίνιση πολύ πρόθυμα θα συνεχίσω τον διάλογο.
Αξιότιμε κύριε Βούλγαρη, όπως θα είδατε και στο δεύτερο άρθρο μου, το κάθε πρόσωπο είναι διάκριση ακοινώνητη της κοινής ουσίας. Η ουσία δεν ορίζει ένα πρόσωπο αλλά υπάρχει εν προσώποις. Με άλλα λόγια ο Δαμασκηνός θέλει να πεί ότι η διαφορά των προσώπων δεν σημαίνει και διαφορά της ουσίας. Το ότι ο Πατήρ είναι διάκριση από τον Υιό και το Πνεύμα δεν σημαίνει ότι διαφέρουν και ως προς την ουσία τους. Και πάλι το ότι ο Πατήρ είναι διάκριση ακοινώνητη από τον Υιό και το Πνεύμα, αυτό δεν σημαίνει ότι και οι τρεις δεν κοινωνούν ως ομοούσιοι, ως έχοντες δηλαδή την ίδια ουσία, μόνο που δεν κοινωνούν καθό πρόσωπα, αλλά ως ουσία και ενέργεια. Η κοινωνία λοιπόν ανήκει στα κοινά δηλαδή στην ουσία και ενέργεια, η ακοινώνητη διάκριση ανήκει αποκλειστικά στα πρόσωπα. Άλλο η κοινή ουσία και άλλο τα ακοινώνητα πρόσωπα. Δεν ορίζονται με τον ίδιο τρόπο αν και δεν μπορούν να υπάρξουν το ένα χωρίς το άλλο. Το ότι οι υποστάσεις δεν διαφέρουν κατά την ουσίαν, επειδή δεν υπάρχει πρόσωπον άνευ ουσίας, αυτό δεν σημαίνει ότι η ουσία μπορεί να ορίσει τα πρόσωπα. Τα πρόσωπα, είναι μεν ακοινώνητες διακρίσεις της μιάς ουσίας, χωρίς να την διαιρούν και να την μερίζουν, αλλά τα ιδιώματα χαρακτηρίζουν κάθε πρόσωπο θείο ή ανθρώπινο. Η κοινή ουσία ομοουσίων προσώπων ΔΕΝ ορίζει κανένα πρόσωπο θείο ή ανθρώπινο Αν μία ουσία ΟΡΙΣΕΙ ένα προσωπο, τότε αναγκαστικά ή θα έχουμε ένα μόνο πρόσωπο στην Παναγία Τριάδα, αν αποδεχόμαστε το ομοούσιον ή θα αναγκασθούμε να δεχθούμε τρεις ουσίες στην Αγία Τριάδα όπως ακριβώς έπραξε ο Άρειος και οι συν αυτώ. Και πάλι αν μία ουσία ΟΡΙΣΕΙ ένα προσωπο η ουσία αυτή ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΤΑΙ αποκλειστικά και μόνον μέσα στο πρόσωπο που όρισε κι᾽έτσι καθίσταται ακοινωνητη !!! Συμπερασμα : Η ερμηνεία που δίνετε κ.Βούλγαρη στο χωρίο του Δαμασκηνού συνιστά ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΊΑ της πραγματικής έννοιας του χωρίου, αφού παραβλέπετε την προηγούμενη φράση του Δαμασκηνού που δηλώνει ξεκάθαρα: «Διό ουδέ διαφέρουσιν αλλήλων αι ὑποστάσεις κατ᾽ουσίαν, αλλά κατά συμβεβηκότα, ἃτινα εἰσί τα χαρακτηριστικά Ἰδιώματα, χαρακτηριστικά δέ ὑποστάσεως και οὐ φύσεως.” (έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, 50 Το χωρίο συνεχίζει μετά με την ίδια φράση που αναφέρετε κι᾽εσείς) Κάθε πρόσωπο λοιπόν υφίσταται εξ ουσίας και ιδιωμάτων, αλλα ορίζεται ΜΟΝΟΝ εκ των ιδιωμάτων του.
2) Κατά την άποψη των Πατέρων δεν είναι σωστό να ισχυρισθεί κανείς ότι ο Άκτιστος και Παντογνώστης Θεός στηρίζεται σε …φαντασιώδεις εικόνες αφού ο Θεός ΔΕΝ έχει φαντασία. Βεβαίως και παρερμηνεύετε απόλυτα τον συγγραφέα κ.Βούλγαρη! Αυτό ισχύει μόνον για κτιστές αυτοσυνειδησίες και περί κτιστών αυτοσυνειδησιών και μόνον έγραψαν πολλοί κοινωνιολόγοι όπως ο Κορνήλιος Καστοριάδης και ο Arjun Appadurai .
Δέχομαι απολύτως ότι ΟΛΑ τα κτιστά εγώ και τα κτιστά εσύ διαλέγονται πράγματι το ένα με το άλλο. Όχι βέβαια κατά τον τρόπο που ισχυρίζονται οι μεταπατερικοί θεολόγοι δηλαδή χωρίς την φύση τους γιατί ένας τέτοιος ισχυρισμός είναι εντελώς αντιεπιστημονικός και παράλογος. Εις την περιοχή όμως του Ακτιστου ΔΕΝ ισχύει κάτι τέτοιο. Διότι όλες οι άκτιστες ενέργειες είναι μοναδικές και ανεπανάληπτες δυνάμεις της Θείας Ουσίας και δεν διπλασιάζονται ούτε πολλαπλασιάζονται! Αυτό ισχύει και για την άκτιστο Ενέργεια της Αγάπης που ως μία και μοναδική δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει υπο όρους αμοιβαιότητος (σου δίνω και μου δίνεις) Επομένως η ίδια και μοναδική αυτή αγάπη είναι ενεργός και όταν μια Θεία Υπόστασις αγαπά άλλην Υπόσταση και όταν αγαπάται υπό άλλης Υποστάσεως και ΔΕΝ εναλλάσσεται με ΑΛΛΗ διαφορετική αγάπη… Με άλλα λόγια, αξιότιμε κύριε Βούλγαρη, ο Πατήρ δεν ενεργεί και θέλει και αγαπά ως Πατήρ, ώς υπόσταση, ώστε να υπάρχει αμοιβαιότητα, αλλά ως Θεός κι᾽επειδή Θεός είναι και ο Υιός και το Πνεύμα, με την ίδια φυσική θέληση και αγάπη που ο Πατήρ θέλει και αγαπά τον Υιό και το Πνεύμα με την ίδια αυτή φυσική θέληση και αγάπη, θέλεται και αγαπάται και από τους άλλους δύο, όπως πολύ σωστά εξηγεί και ο Δαμασκηνός εις την ακριβή έκδοση της ορθοδόξου πίσεως (58, ΙΙΙ,14 ) “Ο Θεός των όλων και Πατέρας θα μπορούσε θεωρητικά να θέλει κάτι είτε ως Πατέρας είτε ως Θεός. Αλλά αν θα ήθελε σαν Πατέρας μόνον, το θέλημά του θα ήταν άλλο από το θέλημα του Υιού του. Γιατί ο Υιός δεν είναι Πατέρας. Αν όμως ο Πατήρ θέλει μόνο κατά το ότι είναι Θεός, Θεός δε είναι και ο Υιός, Θεός και το Πνεύμα το Άγιο. Άρα το θέλημα τους αυτό, είναι χαρακτηριστικό της φύσεώς τους, δηλαδή φυσικό»
Κατά την άποψη των Αρεοπαγιτικών Συγγραμμάτων ο Θεος είναι “υπεροχικώς” εστερημένος και αυτογνωσίας και αυτοσυνειδησίας και σχέσεως, διότι ΔΕΝ είναι ον(=κτισμα) είναι Υπερούσιος και δεν είναι δυνατόν να υποβάλλει Εαυτόν σε δυαδικές διαδικασίες όπως η αυτο-συνειδησία, η αυτο-γνωσία και η σχέση (κάθε σχέση ειναι δυαδική και διπολική).
Αυτά που γράφει ο π. Σωφρόνιος σε πολλά σημεία δεν είναι ούτε ορθόδοξα, ούτε πατερικά. Έρχεται σε αντίθεση με τους πατέρες της εκκλησίας όπως για παράδειγμα με τον Γρηγόριο Παλαμά και τις πανορθόδοξες συνόδους της εποχής του, γράφοντας ότι ο Θεός είναι actus purus, καταλύοντας με αυτό τον τρόπο τον διαχωρισμό ουσίας και Ενεργειών στον Θεό που είναι μια σημαντική διαφορά μας με την καθολική θεολογία. Γι᾽αυτό τον λόγο, αξιότιμε κύριε Βούλγαρη, δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι ο π. Σωφρόνιος δεν είναι πατέρας της εκκλησίας και να διερωτώμεθα μήπως η προσπάθεια αγιοποίησης στοχαστών που συμφωνούν με την καθολική θεολογία και το πρωτείο του πάπα ανήκει στην σφαίρα αλλοίωσης της πατερικής θεολογίας;
Γεώργιος Ιωάννου Καραλής. Διδάκτωρ Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Γένοβας.