Διάλογος Στον Ορθόδοξο τύπο για τον π. Σωφρόνιο του Εσσεξ και τις παρεκλήσεις του από την θεολογία των Πατέρων

London2014.0115

Νέα Μουδανιὰ 20 Ἀπριλίου 2017

Ἀξιότιμε Κύριε Διευθυντά.

Στὸ ὑπ’ ἀριθμ. 2156 φύλλο τῆς 10ης Μαρτίου τρέχοντος ἔτους τοῦ «Ὀρδοδόξου Τύπου» καὶ εἰδικότερα στὸ ἄρθρο τοῦ κ. Γεωργίου Καραλῆ διάβασα μὲ ἔκπληξη ὅτι: «Αὐτὰ ποὺ γράφει ὁ π. Σωφρόνιος σὲ κάποια σημεῖα δὲν εἶναι οὔτε ὀρθόδοξα, οὔτε πατερικά. Ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως γιὰ παράδειγμα μὲ τὸν Γρηγόριο Παλαμᾶ καὶ τὶς πανορθόδοξες συνόδους τῆς ἐποχῆς του, γράφοντας ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι actus purus, καταλύοντας μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο τὸν διαχωρισμὸ οὐσίας καὶ ἐνεργειῶν  στὸν Θεό ποὺ εἶναι μία σημαντικὴ διαφορά μας μὲ τὴν Ρωμαιοκαθολικὴ θεολογία» (σ. 5).

            Δὲν εἶμαι εἰδικὸς στὴν δογματικὴ θεολογία, ὅπως φαίνεται νὰ εἶναι ὁ Διδάκτωρ τῆς Ἰατρικῆς τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Γένοβας κ. Καραλῆς. Διαβάζοντας ὅμως ὡς καλόπιστος ἀναγνώστης τὸ σχετικὸ σημεῖο, στὸ ὁποῖο ἀναφέρεται προφανῶς ὁ  κ. Καραλῆς, εῖδα ὅτι ὁ π. Σωφρόνιος γράφει τὰ ἑξῆς: «Ὡς Ὂν ἐν Ἑαυτῷ καὶ Οὐσία ἐν Ἑαυτῇ, τὸ θεῖο Εἶναι ὑπερβαίνει ὁποιονδήποτε προσδιορισμὸ καὶ ἀποκλείοντας κάθε θεογονικὴ διαδικασία παρουσιάζεται στὰ κτιστὰ πνεύματα ποὺ τὸ βλέπουν ὡς Καθαρ Δεδομένο. Ὡς Ὂν ἀπολύτως πραγματοποιημένο, ἄρα ὡς πραγματικότητα ἀπόλυτη ἢ τέλεια ἔκφραση τῆς Οὐσίας τὸ θεῖο Εἶναι ἀποκλείει τὴν παρουσία μέσα Του δυνατοτήτων μὴ πραγματοποιημένων καί, ἑπομένως, μπορεῖ νὰ ὁρισθεῖ ὡς Καθαρ νέργεια» (Ἀρχιμ. Σωφρονίου, σκηση κα θεωρία, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 2010, σ. 132).

            Τί ἄλλο ἔπρεπε νὰ πεῖ ὁ π. Σωφρόνιος γιὰ νὰ πεισθεῖ ὁ κ. Καραλῆς ὅτι  ὅτι δὲν καταλύει τὸν διαχωρισμὸ Οὐσίας καὶ Ἐνεργειῶν  στὸν Θεό; Ἢ μήπως  σφάλλει ὁ π. Σωφρόνιος ποὺ δὲν ἀναγνωρίζει τὴν παρουσία δυνατοτήτων μὴ πραγματοποιημένων στὸ θεῖο Εἶναι;

            Παρακαλῶ γιὰ τὴν δημοσίευση τοῦ παρόντος, ὥστε νὰ γίνει γνωστὴ ἡ θέση τοῦ πατρὸς Σωφρονίου καὶ νὰ ὁδηγηθοῦν οἱ ἀναγνῶστες τῆς ἐφημερίδας σας σὲ ὀρθὰ συμπεράσματα.

                                                                                Μὲ  τιμὴ

                                                               Ἐμμανουὴλ  Περσυνάκης

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Αξιότιμε κύριε Περσυνάκη σας ευχαριστώ για την ερώτηση που υποβάλλετε, αλλά για να είμαι ειλικρινής απέναντί σας με εκπλήσσει. Καταλαβαίνω ότι δεν είστε ειδικός επί του θέματος, αλλά η ορθόδοξος πίστη μας δεν χρειάζεται ειδικούς, χρειάζεται ανθρώπους που πρωτίστως έχουν μελετήσει τους Πατέρες της Εκκλησίας και τους έχουν κατανοήσει με σωστό τρόπο ώστε να μην απομακρύνονται από αυτούς. Τα κείμενα του Σωφρονίου σας πληροφορώ ότι είναι πιο δυσνόητα από τους Πατέρες. Δεν δικαιολογείται ένας άνθρωπος να έχει διαβάσει κείμενα και έργα του Σωφρονίου και να μην έχει διαβάσει Μάξιμο Ομολογητή και Γρηγόριο Παλαμά. Πρώτα μελετάμε τα έργα των πατέρων και μετά μπορούμε να διαβάσουμε τα κείμενα θεολόγων και φιλοσόφων της σημερινής εποχής. Αν δεν γίνει αυτό τότε απαραιτήτως θα πέσουμε σε αίρεση γιατί δεν θα είμαστε σε θέση να καταλάβουμε τους Πατέρες και την ορθοδοξία.

Εγώ δεν είμαι θεολόγος, ξεκινώ από πρακτικές σπουδές. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχω μελετήσει με προσοχή και από την παιδική μου ηλικία τα κείμενα των Πατέρων. Οι πρακτικές σπουδές με δίδαξαν όμως ότι όταν δίνω ορισμό καρδιάς δεν εννοώ εγκέφαλο. Αν κάνω κάτι τέτοιο σημαίνει ότι χάνω κάθε επιστημονική αξιοπιστία. Ορισμένοι θεολογικοί κύκλοι στην Ελλάδα δυστυχώς μπερδεύουν πολλά πράγματα γιατί δεν διαθέτουν επιστημονική ακρίβεια. Η επιστημονική ακρίβεια πιστοποιεί ότι ο ορισμός που δίνει ο Ακινάτης για το Actus Purus είναι ο ίδιος με του Σωφρονίου και σημαίνει σαφέστατα ταυτότητα ουσίας και ενέργειας επί Θεού. Για να το καταλάβετε, αν δεν γνωρίζετε λατινικά θα σας πώ πρωτίστως ότι Αctus Purus στα ελληνικά μεταφράζεται Καθαρή Ενέργεια. Θα σας παραθέσω τα ίδια τα λόγια του Ακινάτου και παραπομπές για να μπορέσετε να επαληθεύσετε. Βέβαια ο Ακινάτης είναι πιο επεξηγηματικός από τον Σωφρόνιο, ο οποίος απλώς αντιγράφει την θέση του. Στο δεύτερο μέρος θα δούμε τι λένε οι Πατέρες για να καταλάβει ο κόσμος ποιές είναι οι διαφορές.

Γιατί λοιπόν ο Ακινάτης χρησιμοποιεί τον όρο Καθαρή Ενέργεια; Αρκεί κανείς να σκεφθεί ότι η Αριστοτελική φιλοσοφία μελετά την σχέση μεταξύ Ενέργειας και ουσίας . Ο Ακινάτης το εφαρμόζει αυτό στην Θεία ουσία λέγοντας ότι στον Θεό υπάρχει πληρότητα τελειότητος και γι᾽αυτό δεν παραδεχόμαστε σε Αυτόν μίξη με καμμία παθητική δυνατότητα μη πραγματοποιημένη. Ο Θωμάς ο Ακινάτης μιλάει για Καθαρή Ενέργεια όταν μελετάει το θέμα της θεϊκής απλότητος λέγοντας ότι στον Θεό δεν υπάρχει σύνθεση ύλης και μορφής και εξ᾽αιτίας αυτού δεν μπορεί να αποδοθεί σε Αυτόν καμμία μορφή παθητικής δυνατότητος μη πραγματοποιημένης. «deus est actus purus non babens aliquid de potentalitate» (STIqIII aI). Σε πολλά άλλα σημεία στη Summa Theologiae μιλώντας για το αμετάβλητο του Θεού μας λέει et quod huiusmodi primum ens oportet esse purum actum absque permixtione alicuius potentiae (STIqIX aI). Όταν ομιλεί για τον τρόπο που ο Θεός μπορεί να γνωριστεί από τα κτίσματά Του αναφέρει ότι δεν υπάρχει καμμία παθητική δυνατότητα μη πραγματοποιημένη: qui est actus purus absquw omni permixtione potentiae. Όσο αφορά την γνώση του Θεού μας αναφέρει ότι αυτή δεν είναι ποιότητα αλλά ουσία και καθαρή Ενέργεια. Scientia non est qualitas in Deo vel habitus, sed substantia et actus purus (STIqXIV a1). Σ᾽αυτό το σημείο ο Θωμάς ταυτίζει την ουσία του Θεού με την Ενέγειά Του κι᾽επειδή ταυτίζονται όλη η ουσία του Θεού είναι Ενέργεια και ονομάζεται καθαρή Ενέργεια. Εφ᾽όσον στον Θεό δεν υπάρχει καμμιά δυνατότητα μη πραγματοποιημένη (ο Θεός λοιπόν είναι Ενεργεία ον) όλη η ουσία του Θεού θα πρέπει να ταυτίζεται με την ενέργειά Του. Αν η ουσία στον Θεό δεν ταυτιζόταν με την ενέργειά Του τότε ο ίδιος ο Θεός θα γινόταν δυνάμει όν,δηλαδή θα υπήρχαν μέσα στον Θεό δυνατότητες μη πραγματοποιημένες γιατί η ουσία είναι μετοχή της ύλης στο είδος.   Ο Θεός είναι όλος Καθαρή Ενέργεια και για τα υπαρκτά όντα και για τα νοητά: est sicut actus purus tam in ordine existentium quam in ordine intelligibilium (.STIqXIV a2). Γίνεται φανερό ότι ο Θωμάς θέλει να πεί ότι ο Θεός παρουσιάζεται για τα πλάσματά Του σαν ένα Καθαρό Δεδομένο, μια πληρότητα της τελειότητας και βέβαια καθετί που δημιουργείται θα πρέπει να βρίσκεται στο δυνάμει όν και δεν μπορεί να είναι Καθαρά Ενέργεια που είναι μόνο χαρακτηριστικό του Θεού. (βλεπε STIqXLIV a1) Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι λέγοντας ότι ο Θεός είναι καθαρή Ενέργεια σημαίνει ότι για τον Θωμά ο Θεός από τη φύση Του είναι απλός και τέλειος και έχει την πληρότητα της τελειότητας χωρίς να μπορεί να επαυξάνεται ή να ελαττώνεται ή να διαιρείται σε μέρη, ή να έχει δυνατότητα να αλλάξει αλλά πρέπει να είναι άπειρος, μεγαλειώδης και αναλλοίωτος. Όλα αυτά εκλαβάνονται όχι σαν έλλειψη αλλά σαν τελειότητα. non proprer eius defectum, sed quia superexcedit.

Ο όρος λοιπόν Καθαρή Ενέργεια σημαίνει ότι στον Θεό δεν υπάρχουν δυνατότητες μη πραγματοποιημένες,(Ο Θεός δεν είναι δυνάμει ον) και γι᾽αυτό η ουσία Του ταυτίζεται με την καθαρή Ενέργεια (ο Θεός είναι ενεργεία ον) . Δηλαδή το ίδιο πράγμα ακριβώς που αναλύει και ο Σωφρόνιος, την ίδια ακριβώς ερώτηση που μου κάνετε κι᾽εσείς. Και βέβαια ο Σωφρόνιος δεν το δανείζεται από τους Πατέρες της Εκκλησίας αλλά από τον ίδιο τον Θωμά τον Ακινάτη ή αντιγράφει από γαλλική ή ρωσσική δογματική το πιθανώτερο γραμμένη με την λογική μέθοδο του Ακινάτου. Όταν χρησιμοποιούμε τον όρο καθαρή Ενέργεια δηλώνουμε ταυτόχρονα ότι όλη η ουσία του Θεού ταυτίζεται με την Ενέργειά Του. Δηλώνουμε επίσης ότι ο Θεός ενεργεί πάντοτε χωρίς ποτέ να υπάρχει μια παύση των ενεργειών Του, ακριβώς όπως ισχυρίζεται ο Ακινάτης.

Σ᾽αυτό εδώ το σημείο μπορούμε να θέσουμε και τα εξής ερωτήματα στον Ακινάτη, τον Σωφρόνιο και σε σας κύριε Περσυνάκη: Είναι σε θεση οποιαδήποτε “κτιστά πνεύματα” να δουν τον Θεό “ως καθαρό δεδομενο”; Επίσης αν δεχθούμε τον Θεό ως “απολύτως πραγματοποιημένο Ον” δεν σημαίνει αυτό κατ᾽ανάγκην ότι κάποια στιγμή μέσα στην Αιωνιότητα ο Θεός “πραγματοποιήθηκε” δηλαδή μετεβλήθη από απραγματοποίητο ον  σε απολύτως πραγματοποιημένο ον; Και τέλος: Μπορεί να “ορισθή” το Θείον;

Για τους Πατέρες όμως δεν τίθονται τέτοιες ερωτήσεις γιατί χρησιμοποιούν μια άλλη λογική. Η λογική των Πατέρων μας λέει ότι μπορούμε μεν να ισχυριστούμε ότι ο Θεός είναι καλός, αγαθός, δημιουργός… Αλλά το κάλλος ή η αγαθότης δεν ανήκουν στην ουσία του Θεού, επειδή αυτή είναι παντελώς άγνωστη σε μας και αμέθεκτη. Προέρχονται μεν εκ της ουσίας, αλλά δεν είναι ουσία. Η αγαθότης και το κάλλος αποτελούν Άκτιστες Ενέργειες του Ακτίστου Θεού. Μπορούμε να δώσουμε ένα παράδειγμα και να πούμε ότι ο Θεός δημιουργεί. Αυτή η δημιουργικότητα είναι Άκτιστη Ενέγεια. Στην θεολογική γλώσσα λέμε ότι ο Θεός θεοποιεί τον άνθρωπο, δηλαδή τον καθιστά κατα χάριν θεό με την θεοποιό Του ενέργεια. Όταν μιλάμε για τις δραστηριότητες του Θεού εννοούμε πάντοτε τις ενέργειές Του. Για την ουσία του Θεού δεν θα μπορέσουμε ποτέ να πούμε τίποτε.   Οι πατέρες ονομάζουν τον Θεό Υπερούσιο και Υπερούσια κρυφιότητα. Αυτό σημαίνει αξιότιμε κύριε Περσυνάκη ότι δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε την αριστοτελική μέθοδο για να ορίσουμε και καταλάβουμε τον Θεό, όπως κάνει ο Ακινάτης, ο Σωφρόνιος. Ο Θεός δεν είναι ούτε δυνάμει όν (δυνατότητες μη πραγματοποιημένες) ούτε όλη Του η ουσία είναι Ενέργεια, Ενεργεία όν (γιατί δεν υπάρχουν δυνατότητες μη πραγματοποιημένες) Είναι απλώς Υπερούσιος υπεράνω του νοός και κάθε ουσίας και γνώσεως. Η μέθοδος του Αριστοτέλη χρησιμοποιείται για τα δημιουργημένα όντα, τις ουσίες αυτών και ποτέ για την Υπερούσιον Κρυφιότητα. Αν μας ενδιαφέρει το ορθόδοξο δόγμα δεν βάζουμε την ακόλουθη ερώτηση : «μήπως  σφάλλει ὁ π. Σωφρόνιος ποὺ δὲν ἀναγνωρίζει τὴν παρουσία δυνατοτήτων μὴ πραγματοποιημένων στὸ θεῖο Εἶναι;» Προσέξτε την απάντηση των Πατέρων για να καταλάβετε την απόκλιση από αυτούς του π. Σωφρονίου.

Όλες οι θεϊκές πραγματικότητες και όσα μας φανερώνονται από τον Θεό μόνο με την συμμετοχή μας σαυτές μας γίνονται γνωστές. Ποιές όμως είναι οι θείες πραγματικότητες καθεαυτές ως προς την πηγή και και ίδρυσή τους, αυτό είναι υπεράνω του νου και κάθε ουσίας και γνώσεως. Έτσι, αν ονομάσουμε την υπερούσια κρυφιότητα Θεό ή ζωή ή ουσία ή φώς ή λόγο, δεν εννοούμε τίποτε άλλο παρά τις ενέργειες που προβάλλονται από το Θεό προς εμάς, είτε θεωτικές είναι, είτε ουσιοποιές, είτε ζωογόνες, είτε σοφοδώρες. Την ίδια όμως την υπερούσια κρυφιότητα την προσεγγίζουμε με την απαλλαγή μας απ όλες τις διανοητικές μας                                                                           δραστηριότητες, χωρίς να είμαστε σε θέση να διαπιστώσουμε καμμιά σύμπτωση της θέωσης ή της ζωής ή της ουσίας με την αιτία τους που είναι απομακρυσμένη υπερβατικώς απ όλα.[1]

Άλλο λοιπόν η ουσία του Θεού, που είναι και παραμένει αμέθεκτη και άγνωστη και άλλο η ενέργεια του Θεού, η οποία γίνεται μεθεκτή από τον άνθρωπο. Μπορούμε λοιπόν να ισχυριστούμε ότι η άκτιστη ενέργεια του Θεού, είναι δραστηριότητα της ουσίας Του , με την οποία δημιουργεί τα κτίσματα και διατηρείται σε κοινωνία με όλα και φυσικά και με τον άνθρωπο. Λέγοντας κάτι τέτοιο δεν επιδιώκουμε βέβαια να χωρίσουμε τον Θεό σε δραστηριότητα και ουσία. Ο Θεός είναι και παραμένει Ένας. Παραμένει κρυφός και αμέθεκτος ως θείος γνόφος και συνάμα παραμένει μεθεκτός και μπορεί να κοινωνεί με όλα Του τα Κτίσματα. Έχουμε εδώ μια λογική αντινομία που ανατρέπει την λογική του                                                                                                                                                                                              Αριστοτέλους. Ο Αριστοτέλης λέει ότι υπάρχει το πρώτο κινούν του οποίου η ουσία είναι ενέργεια[2]. Δηλαδή ο Αριστοτέλης φαίνεται να ταυτίζει την ενέργεια του Θεού με την ουσία Του. Αλλά ο Θεός είναι τόσο η άκτιστη ενέργειά του όσο και η Ουσία Του. Γι᾽αυτό τον λόγο ο Θεός είναι ταυτόχρονα μεθεκτός και αμέθεκτος, σύμφωνα με τους θεωμένους πατέρες.

Ο Γρηγόριος Παλαμάς, απαντώντας στον Βαρλαάμ, επεξηγεί με σαφή και κατανοητό τρόπο: όλα αυτά που στην πραγματικότητα υπάρχουν, μπορούν να μετέχουν του Θεού και, παρόλα αυτά, η υπερούσια ουσία του Θεού μένει τελείως αμέθεκτη. Επομένως θα πρέπει να υπάρχει κάτι άλλο μεταξύ της αμέθεκτης ουσίας του Θεού και των μετεχόντων σε Αυτήν. Εξαιτίας αυτού του άλλου κάθε πραγματικότης που υπάρχει, μετέχει στην δημιουργική και συνεκτική δραστηριότητα του Θεού. Θα ήταν τρομακτική απώλεια αν εξαφανίζετο ο ενωτικός αυτός κρίκος μεταξύ αμέθεκτης ουσίας και κτισμάτων μετεχόντων στις ενέργειές Του. Αν θέλεις να μας κάνεις μετόχους του Θεού, μη μας απομακρύνης από την πραγματική αυτή ενότητα κατασκευάζοντας αγεφύρωτο χάσμα είτε μεταξύ του Θεού και δημιουργίας, είτε μεταξύ της πρόνοιάς Του και της κάθε υπαρκτής πραγματικότητος! αν κάνεις κάτι τέτοιο πρέπει να ψάξουμε να βρούμε άλλον Θεόν, όχι μόνο αυτοτελή, αυτενέργητο (Απόλυτον, Ελεύθερον από κάθε μεταβλητότητα) που δεν ασχολείται μόνο με τον ευατό Του, αλλά είναι και αγαθός. Και μέσα από το πλήθος της αγαθότητάς Του, δεν ικανοποιείται να ενεργεί μόνο για τον εαυτό Του, ούτε βέβαια να μένει χωρίς ενεργοποιημένα θελήματα, αλλά στρέφεται υπεράγαθα προς τα κτίσματά Του. Μόνο έτσι είναι σε θέση να μας ευεργετεί και βέβαια δεν προτιμά να παραμένει ανίκανος προς ευεργεσία. Με αυτόν τον τρόπο είναι και ακίνητος και κινούμενος. Έτσι παραμένει σταθερά μεθεκτός σε όλη την δημιουργία μέσω των δημιουργικών του επαφών και των προνοητικών Του δραστηριοτήτων. Γιατί αν δεν είναι σε θέση να γίνεται μεθεκτός, θα πρέπει να ψάξουμε να βρούμε άλλον Θεόν που θα είναι μεθεκτός έτσι ώστε μετέχοντας σε Αυτόν να μπορούμε να υπάρχουμε να ζούμε και να γινόμαστε ένθεοι [3]

Σύμφωνα με τους Πατέρες, η Άκτιστη Ενέργεια, προέρχεται εκ της μιάς ουσίας του Τριαδικού Θεού, «και από αγαθότητα πληθύνεται και πολλαπλασιάζεται, σε πολλές επιμέρους ενέργειες μένοντας υπερενωμένη. Οι δημιουργικές ενέργειες δίνουν ζωή στα κτίσματα, οι σοφοποιές δίνουν σοφία, και άλλες ενέργειες δίνουν άλλες δωρεές της θείας αγαθότητας, η οποία είναι αιτία όλων και στη πραγματικότητα όλες οι ενέργειες είναι κοινές και ενωμένες «και ένα σε όλη την θεότητα και όλη της μετέχεται από τον καθένα μέτοχο ολόκληρη και συχρόνως από κανένα με κανένα τρόπο. Όπως συμβαίνει μ’ ένα σημείο που είναι στη μέση ενός κύκλου και μετέχεται από όλες τις ευθείες που ξεκινούν από την περιφέρεια του κύκλου. Ένα άλλο παράδειγμα είναι το πλήθος των εκτυπωμάτων μιας σφραγίδας που μετέχουν όλα της αρχέτυπης σφραγίδας αλλά κανένα από αυτά δεν περιλαμβάνει ολόκληρη και αυτούσια την σφραγίδα κατά κανένα μέρος της. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η σφραγίδα δεν είναι σε όλα τα εκμαγεία όλη και η αυτή. Αυτό όμως δεν εξαρτται από την σφραγίδα, γιατί αυτή προσφέρει στον καθένα όλοκληρο και τον ίδιο εαυτόν της. Η διαφορά αυτών που μετέχουν είναι που καθιστά ανόμοια τα εκτυπώματα της μιας και ολικής αρχετυπίας. Για παράδειγμα, αν οι μετέχοντες είναι απαλοί και καλοτύπωτοι, λείοι και αχάρακτοι, και δεν είναι ελαστικοί και σκληροί, ούτε ευδιάχυτοι και ρευστοί, θα δεχθούν καθαρό, σαφές και μόνιμο εκτύπωμα. Αν όμως λείπει κάτι από τις ιδιότητες που αναφέραμε, αυτό θα λείπει εξαιτίας του αμεθέκτου και ατυπώτου και ασαφούς σφραγίσματος και εξ αιτίας όλων των άλλων ατελειών που προκαλούνται από ακαταλληλότητα μετοχής»… Η Μονάς λοπόν αφού έχει δωρίσει και έχει εκχύσει σε όλα τα όντα την μετουσία όλων των αγαθών, διακρίνεται ενωμένως, πληθύνεται ενικώς και πολλαπλασιάζεται αμεταδότως από την μοναδική πηγή της. Έτσι λοπόν επειδή ο Θεός είναι υπερούσιος ενώ από το άλλο μέρος χαρίζει τη ύπαρξη στα όντα και παράγει όλες τις ουσίες, και λέγεται ότι το ένα εκείνο όν πολλαπλασιάζεται με την από αυτό παραγωγή των πολλών όντων, ενώ αυτό παραμένει ένα ενωμένο κατά την ενέργεια και πλήρες ως προς τις διάκρισεις, εξ αιτίας του ότι είναι υπερουσίως απομακρυσμένο από όλα τα όντα και εξαιτίας του ενιαίου τρόπου παραγωγής των όλων και της αμείωτης εκχύσεως των αμειώτων μεταδόσεών του…» «Επισης επειδή δια της θεώσεως που προέρχεται από Αυτόν, σύμφωνα με την δυνατότητα του καθενός, πολλοί γίνονται θεοί, φαίνεται μεν ότι υπάρχει διάκριση και πολλαπλασιασμός του ενός Θεού, αλλά όμως δεν είναι λιγότερο ένας θεός, αμέριστος ανάμεσα στα μεριστά ενωμένος στον εαυατό του, αμιγής και απλήθυντος σε σύγκριση με τα πολλά .[4]

Σύμφωνα λοιπόν με τους Πατέρες η ενέργεια του Θεού είναι μία και προέρχεται εκ της ουσίας του Τριαδικού Θεού. Αυτή την ενέργεια μπορούμε να την διακρίνουμε σε δημιουργική, προγνωστική προνοητική, αγιαστική, θεοποιό και τα λοιπά. Και βέβαια η άκτιστη ενέργεια του Θεού είναι αΐδιος παρά το γεγονός ότι δεν είναι αγέννητη και άναρχη και χωρίς παύση. Για να το καταλάβουμε αυτό ας σκεφτούμε ότι και ο Λόγος είναι αΐδιος παρά το γεγονός ότι δεν είναι αγέννητος και άναρχος, αφου είναι γεννητός και συνάναρχος με τον Πατέρα. [5]

Όταν λοιπόν ο Λόγος δημιουργεί ονομάζουμε την ενέργεια Του δημιουργική η οποία δεν έχει αρχή αλλά έχει τέλος (παύση), εκεί που τελειώνει η κάθε συγκεκριμένη δημιουργία. Η προγνωστική ενέργεια αρχή δεν έχει, αλλά έχει τέλος εκεί που ολοκληρώνεται η πρόγνωση των όντων[6] τα οποία προέγνωσε και η θεοποιός ενέργεια που δραστηριοποιείται με την θεοποίηση του ανθρώπου δεν έχει όμως κανένα τέλος. Η δημιουργική ενέργεια του Θεού είναι άκτιστη ενέργεια που το αποτέλεσμά της είναι κτιστό: ο δημιουργημένος κόσμος

Ο Θεός είναι Άκτιστος, κανένας δεν τον δημιούγησε, και η Ουσία του είναι αναίτιος. Από την άλλη μεριά ο κόσμος δεν προέρχεται από την ουσία του Θεού. Δεν είναι δηλαδή άκτιστος. Ο άνθρωπος είναι βιολογικό όν, αλλά τα κατασκευάσματα του ανθρώπου είναι από ορισμένα υλικά που σίγουρα δεν ανήκουν στη φύση του ανθρώπου. Τα ανθρώπινα κατασκευάσματα όμως, προέρχονται από την δημιουργική του ενέγεια, είναι προϊόντα ανθρώπινης ενέργειας, όχι της ουσίας του ανθρώπου. Το παιδί που γεννιέται από μια μάνα έρχεται όμως από την ίδια φύση με τον άνθρωπο, είναι δηλαδή προϊόν της ουσίας του. Τηρώντας τις αναλογίες, θα μπορούσαμε να πούμε ότι, κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τον Θεό. Ο άνθρωπος είναι προϊόν της δημιουργικής ενέργειας του Θεού, αλλά διάφορος από την φύση Του. Ο άνθρωπος είναι βιολογικό όν, έχει βιολογική ζωή, ο Θεός έχει ζωή που δεν είναι βιολογική. Ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τη ζωή του ως βιολογική. Ξεκινάει από ένα κύτταρο και φτάνει στους πιο πολύπλοκους οργανισμούς. Πώς όμως θα μπορέσει να αντιληφθεί κανείς την ζωή του Θεού που δεν είναι βιολογική; Πώς ο εγκέφαλός μας θα μπορέσει να την καταλάβει; Τι σημαίνει για μας το ότι Κάποιος έχει άκτιστη ζωή αλλά δεν είναι βιολογικό όν; Πώς θα μπορέσουμε ποτέ να περιγράψουμε αυτή τη ζωή; Και τι θα μπορούσαμε ποτέ να πούμε για την ζωή του Θεού, καθώς και για την ουσία Του; Η ζωή του Θεού, δεν πρέπει ποτέ να το ξεχνάμε, είναι ενέργειά Του.

Κατά συνέπεια οι ενέργειες του Θεού είναι μεν μεθεκτές στον άνθρωπο, δηλαδή ο άνθρωπος μπορεί να κοινωνεί μαζί Τους, παραμένουν δε Άκτιστες, ενώ ο άνθρωπος παραμένει κτιστός. Και μεταξύ κτιστού και Ακτίστου δεν υπάρχει analogia entis. Δεν θα μπορέσει ποτέ ο άνθρωπος με διανοητική διαδικασία να καταλάβει, όχι μόνο την ουσία του Θεού, μα ούτε και την ενέργειά Του. Παρ᾽όλα αυτά η ουσία δεν παύει να είναι αμέθεκτη και η ενέργεια δεν παύει να είναι μεθεκτή. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος δεν θα μπορέσει ποτέ να ζήσει την ίδια τη ζωή του θεού. Αυτό πραγματοποιείται από την θεοποιητική Του ενέργεια. Αυτή απάγει τον άνθρωπο και τον πηγαίνει στην Βασιλεία του Θεού, δηλαδή στην άκτιστη ζωή του Θεού, και τον κάνει να ζει την ίδια ζωή με τον Θεό. Έτσι ο Απόστολος Παύλος ανηρπάγη μέχρι τρίτου ουρανού, και αν και μετέσχε προσωρινά της ζωής του Θεού, δεν μπόρεσε ποτέ διανοητικά να εξηγήσει τι του συνέβη. Το μόνο που μπόρεσε να εκφράσει είναι ρρητα ρήματα.[7] Κανένα μάτι δεν είδε ποτέ και κανένα αυτί δεν άκουσε, αυτά που ετοίμασε ο Θεός γι αυτούς που τον αγαπούν.[8]

Η θεοποιός ενέργεια, όπως και οι άλλες ενέργειες, του Θεού είναι άκτιστη, προέρχεται από την ουσία του Θεού και είναι ατελεύτητος και το αποτέλεσμά της είναι επίσης άκτιστο. Η θεοποιός ενέργεια κάνει τον άνθρωπο άκτιστο κατά χάρη, δηλαδή παντογνώστη, πανταχού παρόντα, χωρίς αρχή και τέλος, τον κάνει να περνάει δια του σώματος κεκλεισμένων των θυρών, που δεν είναι ιδιότητες του κτιστού, αλλά του ακτίστου. Αυτό οι πατέρες το ονόμασαν θεοποίηση του ανθρώπου. Και βέβαια έβλεπαν ότι αυτό γινότανε δια της θεοποιητικής ενέργειας, που όχι μόνο η αρχή της είναι άκτιστη αλλά και το αποτέλεσμά της.

Καθὠς ωραιότατα το περιφράφει ο Μάξιμος ο Ομολογητής ο Λόγος διεισδύει σε αυτόν (στον άνθρωπο του Θεού) μέχρι μερισμού ψυχής και πνεύματος χάρις στην αρετή και στην γνώση και δεν υπάρχει πλέον σε αυτόν κανένα μέρος άμοιρο της παρουσίας Τουκαι λοιπόν αυτός έγινε χωρίς αρχή και χωρίς τέλος, αφού δεν έχει μέσα του να κινείται την χρονική ζωή, η οποία έχει αρχή και τέλος, και δονείται από πολλά πάθη, αλλά έχει μόνη τη θεία και αΐδια ζωή του Λόγου ο οποίος κατοίκησε μέσα του, ζωή που δεν έχει πέρας με κανένα θάνατο[9]

Για μένα αξιότιμε κύριε Περσυνάκη θα προτιμούσα από έναν ορθόδοξο συγγραφέα να ισχυρίζεται ότι ο Θεός είναι Υπερούσιος και όταν μιλαει για Ενέργεια του Θεού να μην την ονομάζει Καθαρή ενέργεια που σημαίνει ταύτιση ουσίας και ενεργειών, αλλά Άκτιστες Ενέργειες του Ακτίστου Θεού. Έτσι επιστημονικά διαχωρίζουμε τις δύο διαφορετικές αντιλήψεις και δεν κάνουμε μια μίξη ορολογιών με διαφορετικό νόημα και περιεχόμενο η κάθε μία. Όταν εγώ πηγαίνω σε συνέδρια και παρουσιάζω εργασίες στους συναδέλφους μου δεν μπερδεύω την ορολογία, γιατί η κάθε εργασία μου θα χάσει την επιστημονική της ακρίβεια και κανένας συνάδελφος δεν θα καταλάβει τίποτε.

Αν χρησιμοποιούμε την ορολογία του Ακινάτου και την μπερδεύουμε με την ορθόδοξη τότε ο σκοπός μας δεν είναι να κάνουμε θεολογία αλλά να βάλουμε γέφυρες μεταξύ ορθοδόξου και λατινικής θεολογίας, σ᾽έναν κόσμο που βαδίζει προς θεολογική ασάφεια.

Αν η μοναδική θεολογική ατοπία του Σωφρονίου ήταν αυτή (η απόλυτη ταύτιση δηλαδή ουσίας και ενέργειας του Θεού υπό την σχολαστική διατύπωση “actus purus”(=  καθαρά ενέργεια) ίσως να άξιζε τον κοπο πειστούμε για την ορθή διατύπωση των απόψεων του πατρός Σωφρονίου… Αν όμως όποιο βιβλίο του Σωφρονίου κι αν ανοίξει κανεις θα βρεί παρεκλίσεις από την θεολογία των Πατέρων τότε τί συμπέρασμα βγάζουμε;  Π.χ. στο ίδιο βιβλίο “Ασκησις και Θεωρια” ο Σωφρόνιος τονίζει ότι η περίοδος της Παλαιάς Διαθήκης ήταν εγκλωβισμένη “εντός των ορίων του ενός Θεού νοουμένου ουχί υπο την έννοιαν του χριστιανικού μονοθεισμού αλλά του εξωχριστιανικού ενοθεισμού, δηλαδή Θεού εν μιά Υποστάσει ” !!!

(σελις 111) Και ρωτώ τον κ.Περσυνάκη: Ο άπειρος και απεριόριστος Θεός έχει ΟΡΙΑ εντός των οποίων και είναι δυνατόν να “νοηθή” δηλαδή να συλληφθή υπό του νοός ; 2) Η μοναδική Υπόσταση του Παλαιοδιαθηκικού Θεού τριπλασιάσθηκε ξαφνικά στην Καινή Διαθήκη  κι έτσι άρχισε να υπάρχει η Αγία Τριάς ; 3) Η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη βρίσκονται σε ασυνέχεια μεταξύ τους;

[1] Διονύσιος Αρεοπαγίτης: Περι Θείων ονομάτων Πατερικαι εκδοσεις Γρηγίος Παλαμας . Φιλοκαλία Τόμος 3 σελίδα 74

[2] Μεταφυσικά 1071, 20: “Δεῖ ἂρα εἶναι ἀρχήν τοιαύτην ἧς ἡ οὐσία ἐνέργεια» : πρέπει επομένως να υπάρχει μία αρχή της οποίας η ουσία να είναι ενέργεια.

[3] Δεύτερη Τριάδα 24

[4] [4] Διονύσιος Αρεοπαγίτης: Περι Θείων ονομάτων Πατερικαι εκδοσεις Γρηγόριος Παλαμάς . Φιλοκαλία Τόμος 3 σελίδα 70-72, σελ. 80,5-25

[5] Ρωμανίδης Το Προπατορικό αμάρτημα σελίδα 44

[6] Η πρόγνωσις δε του Θεού αρχήν ουκ έχουσα, μετά το γενέσθαι περί ων προέγνω τέλος έχει. Ώστε ου το τέλος έχον ανάγκη και αρχήν έχει. Μέγας Βασίλειος PG 29,680

[7] 2Κορ 12,4

[8] βλέπε 1 Κορ 2,9

[9] Μάξιμος Ομολογητής Περί διαφόρων απόρων: Πατερικαί εκδόσεις Γρηγόριος Παλαμάς Τόμος14Δ σελίδα 176

Rispondi

Inserisci i tuoi dati qui sotto o clicca su un'icona per effettuare l'accesso:

Logo di WordPress.com

Stai commentando usando il tuo account WordPress.com. Chiudi sessione /  Modifica )

Foto di Facebook

Stai commentando usando il tuo account Facebook. Chiudi sessione /  Modifica )

Connessione a %s...